Καλώς ήρθατε ! Ορισμένες κατηγορίες περιεχομένων δεν λειτουργούν προσωρινά, ή δεν είναι "πλήρεις". Foreigners are kindly requested to click : "Translated" at the above table of contents.
Σκηνοθετώ, επειδή δεν ξέρω να ανεβάζω έργα
Συνομιλώντας με τον Θέμη Λιβεριάδη *
Σκηνοθέτης θεάτρου, ηθοποιός και στο σανίδι και στη ζωή (άλλωστε, τι διαφορά έχει αυτό για έναν καλλιτέχνη...), συγγραφέας και παλιός φίλος, ο Βασίλης Παπαβασιλείου κουβαλάει στις αποσκευές του επιτυχίες, αποτυχίες και ανησυχίες. Έχω τη διαίσθηση πως τον....βαραίνουν περισσότερο και «γλυκά» οι τελευταίες..... Αυτό φαίνεται στο μόνιμα έκπληκτο ή ξαφνιασμένο βλέμμα του. Η λάμψη στα μάτια του καθρεφτίζει άλλοτε τη χαρά και άλλοτε τον τρόμο για το «τελειωμένο» θαύμα ή τον αποτρόπαιο ακρωτηριασμό του. Είναι «υγρό παιδί», όπως θα έλεγε ο Κωστής Μοσκώφ.
Και συμπληρώνω τη «μαγική εικόνα» με την παράθεση ενός στίχου του τροβαδούρου της γενιάς μας :
" Έλσα, σε φοβάμαι, Έλσα, σ' αγαπώ. Μια στιγμή μαζί σου είναι μακελειό " ... Και μια.....συνέντευξη θα 'λεγα !
Θ. Λ. : Λοιπόν, το 1997 έφυγε. Η «Πολιτιστική» τελείωσε. Κι εσύ παραιτήθηκες από το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος...
Β. Π. : Το τελευταίο αληθεύει !
Θ. Λ. : Αντιπαρέρχομαι τον υπαινιγμό και προχωρώ κατευθείαν στο θέμα : γιατί παραιτήθηκες ;
Β. Π. : Επειδή το διοικητικό συμβούλιο του ΚΘΒΕ, όπως είχε το δικαίωμα από το νόμο, καταψήφισε – και μάλιστα ομόφωνα – τον απολογισμό που υπέβαλα ως καλλιτεχνικός διευθυντής του θεάτρου. Σ' αυτή την περίπτωση, η τελική απόφαση (για ανάκληση ή όχι του διορισμού του καλλιτεχνικού διευθυντή) ανήκει στον υπουργό Πολιτισμού. Δεν ήθελα να φέρω σε δύσκολη θέση τον υπουργό . Εξάλλου, το συμβούλιο αυτό μόλις είχε διοριστεί από τον ίδιο και άρα διέθετε το τεκμήριο της αυξημένης εμπιστοσύνης ως προς εμένα που είχα συμπληρώσει τέσσερα χρόνια στη θέση αυτή, ένα ως «σκέτος» διευθυντής επί προηγούμενου νομικού καθεστώτος και τρία ως καλλιτεχνικός διευθυντής του ΚΘΒΕ με την νέα θεσμική του μορφή (Ν.Π.Ι.Δ.). Η ουσία είναι ότι η θητεία μου έληγε κανονικά τον Ιανουάριου του 1999. Έφυγα λοιπόν έντεκα μήνες νωρίτερα, ευχόμενος καλή επιτυχία στους διαδόχους.
Θ.Λ. : Πως αιτιολόγησε την καταψήφιση του απολογισμού το διοικητικό συμβούλιο ;
Β.Π. : Νομίζω ότι μου απέδωσε, με συνοπτική διαδικασία, την καταστροφή του οργανισμού που λέγεται ΚΘΒΕ και, συνελόντι ειπείν, τη συντέλεια του κόσμου.
Θ. Λ. : Πως απάντησες;
Β.Π. : Υπήρχε κάποτε στη βουλή των Ελλήνων (δεκαετία του ΄20 πρέπει να ήταν) ένας αντιπρόσωπος του έθνους, εξ επαρχίας ορμώμενος, ο οποίος ουδέποτε είχε λάβει το λόγο κανονικά στις συνεδριάσεις του σώματος, πλην όμως συστηματικά και κατ' επανάληψιν διέκοπτε τον εκάστοτε επί του βήματος αγορητή. Οι διακοπές αυτές είχαν μάλλον χαρακτήρα επιφωνηματικό ή άναρθρο, και ως εκ τούτου ο περί ου ο λόγος καταχωριζόταν συχνάκις εις τα πρακτικά δια του ονοματεπωνύμου του, συνοδευόμενου από την τυπική φρασούλα «ομιλεί μη ακουόμενος». Με τα αντίγραφα των πρακτικών υπό μάλης, ο κοινοβουλευτικός ανήρ επέστρεφε εις την εκλογικήν του περιφέρεια, και στη φυσιολογική ερώτηση των ψηφοφόρων-πελατών του «τι κάνεις εκεί πέρα στη βουλή, κυρ Χρίστο;», απαντούσε υπερηφάνως επιδεικνύοντας το αδιάψευστον τεκμήριον. «Εγώ μιλώ, αλλά αυτά τα καθάρματα οι Αθηναίοι δεν με ακούνε!». Μια μέρα μιλούσε στη βουλή ο Γεώργιος Παπανδρέου....Δεδομένης και εγνωσμένης της ρητορικής δεινότητος του ανδρός, επικρατούσε απόλυτη σιγή στο ακροατήριο. Ξαφνικά όμως ακούγεται μια κραυγή, προερχόμενη από τα λεγόμενα ορεινά έδρανα του Κοινοβουλίου «θα σε σκοτώσω...». Ο Παπανδρέου σταματάει και πολύ αυστηρά ρωτάει «Ποίος το είπε αυτό;». Καμία απάντηση. «Ποίος το είπε
αυτό ;», επαναλαμβάνει. Οπότε από ψηλά ακούγεται η φωνή του κυρ Χρίστου «Εγώ...». Και ο Παπανδρέου : «Α...υμείς. Καλώς. Τότε δεν έχει σημασία !»
Το επιμύθιο είναι ότι ζούμε σε μιαν αυλή, όπου καλώς ή κακώς γνωριζόμαστε μεταξύ μας. Χρίστοι, μη Χρίστοι, χρηστοί, άχρηστοι κτλ. Η ουσία, όμως, είναι η εξής : ότι δεν μπορεί, δεν πρέπει, κανείς να απαντάει για το έργο του, εάν υπάρχει. Ή έχει τη δύναμη το ίδιο το έργο να απαντά, ή περισσεύουν οι οποιεσδήποτε απολογητικού, ή άλλου χαρακτήρα, δηλώσεις που πλαισιώνονται με φλυαρίες. Όπως λέει η Χάνα Άρεντ (Σ.Σ. συγγραφέας δοκιμιογράφος, φιλόσοφος) στο πλαίσιο του δημόσιου χώρου πληρώνει κανείς με το πρόσωπό του. Ρίχνει κανείς τα δίχτυα του πάνω σε ένα υφιστάμενο πλέγμα σχέσεων και καταστάσεων και δεν ξέρει τι ψάρια θα πιάσει.
Αυτό συνιστά τη διακινδύνευση για όποιον μετέχει στο δημόσιο βίο. Όπου λοιπόν υπάρχει κίνηση, πυροδοτείται έκλυση ενέργειας, και μέσα ακριβώς από την κίνηση των στοιχείων είναι φυσικό να αποδεσμεύεται και το θετικό και το αρνητικό, αλλά και να βγαίνουν στην επιφάνεια, μέσα από την αναμόχλευση των πραγμάτων, γνωστά άνθη τα οποία θάλλουν ανέκαθεν στο δημόσιο κήπο, άνθη μίσους, συκοφαντίας, ψευδολογίας κτλ...
Θ. Λ. : Τα άνθη του κακού, κατά τον Μποντλαίρ....
Β. Π. : Ακριβώς....είναι το αναπόδραστο τίμημα αυτό. Για την περίπτωση, η Άρεντ λέει ότι η απάντηση είναι πολύ απλή «Άφες αυτοίς. Ου γαρ οίδασι τι ποιούσι...», ή, αν θέλεις, σε παραλλαγή Καρλ Κράους «Άφες αυτοίς. Οίδασι γαρ τι ποιούσι...».
Θ. Λ. : Ας γυρίσουμε σελίδα σε πιο ουσιαστικά βιώματα απ' όσο ο δημόσιος....βίος.
Η «πρώτη ύλη» του ψυχισμού μας, ιδιαίτερα μάλιστα στην έκφραση στην Τέχνη, είναι ο Έρωτας και ο Θάνατος. Τα δύο βασικά θέματα της «έκθεσης» που βάζει, σαν δασκάλα, η ζωή. Και τα δύο, από μια άποψη, τα διακρίνει ή τα διαχωρίζει η κίνηση στο ένα, και η απόλυτη ακινησία στο άλλο, με καταλυτικό σύνδρομο το δισταγμό ή τον φόβο για το άγνωστο.. Η άγνοια, η μη γνώση, και στο φως, και στο σκοτάδι....
Αυτό, μέσα από τις δικές σου ανησυχίες, πώς βγαίνει, πως δίδεται στο θέατρο, που είναι μια σύνθετη έκφραση. Ιδιαίτερα ο Θάνατος. Ποιες παράμετροι, ή «αντικατοπτρισμοί» συγκροτούν το «σκηνικό θάνατο.....» ;
Β. Π. : Το θέατρο, ξέρεις, η σκηνή, είναι μια «δουλειά» που σου δίνει τη δυνατότητα να ζεις τη στιγμή και συγχρόνως το μνημόσυνό της. Αυτό που διαδραματίζεται μπροστά σου χάνεται την ίδια τη στιγμή. Γι' αυτό το θέατρο είναι μια Τέχνη η οποία λειτουργεί, όταν συμβαίνει κάτι, αναδρομικά, στοιχειώνοντας την μνήμη. Μια χειρονομία του ηθοποιού, μια γκριμάτσα, γίνεται και χάνεται ταυτόχρονα. Άρα λοιπόν , και έχεις δίκιο, σε ό,τι αφορά το θέατρο, είναι μια σπουδή θανάτου. Και από την μεριά, όπως είπες ακριβώς...επειδή ο έρωτας είναι το προνόμιο να ζούμε το θάνατο μες στη ζωή. Σκέψου, πίσω από μια κίνηση του ηθοποιού, πίσω από αυτήν την κλίση του κεφαλιού, πόση «επένδυση» έχει γίνει στο χωροχρόνο της πρόβας, πώς έχουν προετοιμαστεί – φωτισθεί οι άνθρωποι μέσα από την επιθυμία, ας πούμε, να είναι μαζί για να δώσουν, και όλα αυτά για μια στιγμή....της οποίας το φευγαλέο, το αναλώσιμο, είναι δεδομένα. Αυτό, νομίζω, είναι το προνόμιο ή το σήμα κατατεθέν, αν θέλεις, της σκηνικής τέχνης.
Θ. Λ. : Ποια είναι τα μελλοντικά σου σχέδια μόλις... αναρρώσεις από τη θητεία σου στην «ηλεκτρική» καρέκλα του διευθυντή μιας κρατικής σκηνής;
Β. Π. : Χαίρομαι πρώτα για την αναφορά, την υπενθύμιση του όρου «ηλεκτρική» καρέκλα. Αυτό μας πάει σε παλιότερη κουβέντα μας, όπου μάλιστα κρίναμε πως το ρεύμα πρέπει να είναι...εναλλασσόμενο, όπως το ρεπερτόριο !
Η ερώτησή σου όμως με διασυνδέει με την προηγούμενή σου, γιατί όπως είπε κάποιος φίλος μας «θάνατος είναι η απουσία σχεδίου...». Με άλλα λόγια, αυτήν τη στιγμή το μέλλον απλώνεται μπροστά μου άμορφο, διάχυτο, γι' αυτό κι απ' τη μια μεριά «απειλητικό», και από την άλλη απείρως προκλητικό και σαγηνευτικό...
Θ. Λ. : Ξέρω ότι γράφεις, άρα και διαβάζεις... Φαντάζομαι περισσότερο τώρα...Ποιες είναι οι πηγές που σε ξεδιψούνε;
Β. Π. : τα κείμενα είναι από τα στηρίγματα που τα έχει κανείς ανάγκη μέσα στη ζωή. Πιστεύω όμως και εγώ, όπως κι εσύ, στον υβριδικό χαρακτήρα των διαβασμάτων. Η σχέση με την ποίηση, η σχέση με το γράψιμο, αρδεύεται από ανυποψίαστες περιοχές και αυτό είναι το κύριο στοιχείο, ότι δεν υπάρχει στεγανότητα πεδίων. Το ζητούμενο, νομίζω, όταν διαβάζουμε είναι ένα είδος εσωτερικής ευφράδειας, που είναι ακριβώς η γέφυρα προς την προσωπική σκέψη και έκφραση, κάτι που δεν οριοθετείται. Με αυτήν την έννοια, στο διάβασμα σαν γόνιμο ερέθισμα, υπάρχει και πρόσβαση σε διάφορα μέτωπα, και το ετερόκλητο των προτιμήσεων....
Θ. Λ. : Ακριβώς. Γι' αυτό θέλω να μου πεις ποιοι είναι για σένα, ας περιορισθούμε στο θέατρο, οι συγγραφείς που σε στηρίζουν και σε σηκώνουν ψηλά...
Β. Π. : Λοιπόν, ξέρεις κάτι....Καμιά φορά είναι και θέμα βιογραφικής στιγμής. Φερ' ειπείν τώρα, το τελευταίο διάστημα, η σχέση με τον Σαίξπηρ, και λόγω του «Όπως σας αρέσει», και πιο πριν με το «Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας», αλλά για βαθύτερους λόγους, η σχέση αυτή είναι έμμονη....Μέσα από αυτήν τη σχέση ξαναβλέπω πόσο σημαντικός είναι ο Τσέχωφ, που δεν έχω ανεβάσει ποτέ...Ίσως τον φοβάμαι...Και μέσα από αυτήν τη διασύνδεση ξαναγυρνώ σε έναν άλλο αγαπημένο μου, που είναι ο Κλάιστ...
Θ. Λ. : Ειδικότερα με τον Σαίξπηρ, τι είναι αυτό που σε τραβάει περισσότερο;
Που εστιάζεις την συγκίνηση ;Με εμένα, ας πούμε, και αυτό δε συνιστά αξιολόγηση, στην ποίηση του Σαχτούρη με μαγνητίζει το «τραγικό» στοιχείο που ενυπάρχει και με αιφνιδιάζουν καθηλωτικά οι εικόνες του, που συχνά είναι απρόσμενες. Η καλώς εννοούμενη τρέλα του, ο δικός του τρόπος (εδώ σε αντιστοιχία με τον Σεφέρη) που εκφέρει τη «φρίκη»...Και εδώ, εγώ τουλάχιστο, αισθάνομαι την οικειότητα...Ποιος είναι ο δικός σου ομφάλιος λώρος με τον Σαίξπηρ. Ποιο στοιχείο του απομονώνεις ή, αν θέλεις, σε κυκλώνει.....
Β. Π. : Θα σου πω, τώρα θα σου πω.... Ο Σαίξπηρ είναι, δεν ξέρω αν επαναλαμβάνω και τα λόγια του Γκαίτε σε ένα δοκίμιο με τίτλο «Σαίξπηρ ατελείωτος»....Είναι αυτός που κοίταξε κατάματα το μεγαλείο του μικρού και την μικρότητα παντός μεγαλείου. Δηλαδή είναι αυτός ο οποίος ξέρει ότι τα αστέρια είναι φτιαγμένα από λάσπη και επίσης ότι μέσα στη λάσπη εγκαθίστανται τα διαμάντια.... Είναι ο ποιητής στο σταυροδρόμι του παλιού και του νέου κόσμου. Αυτός που μπορεί να έχει τη νοσταλγία γι' αυτό που χάθηκε, και ταυτοχρόνως να συλλαμβάνει το πόσο ιλιγγιώδης γίνεται η περιπέτεια πια του ανθρώπου μες στον κόσμο, όταν ζει κάτω από έναν ουρανό που είναι ακάλυπτος στην ουσία. Δηλαδή όταν ζει ο άνθρωπος άστεγος.
Είναι ο ποιητής ακριβώς του ιλίγγου των δυνάμεων της ζωής. Πιστεύω δηλαδή ότι στα έργα του, ασχέτως πρωταγωνιστών, βασίλισσα και πρωταγωνίστρια είναι πάντα η δίνη.... Είναι ένα από τα κεφαλάρια μας... Είναι η δοσοληψία που έχουμε με τον Όμηρο, με τους τραγικούς μας, με τον Θερβάντες, ή τον Ντοστογιέφσκι.
----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
* στο περιοδικό "Επιλογές" 1997