Καλώς ήρθατε ! Ορισμένες κατηγορίες περιεχομένων δεν λειτουργούν προσωρινά, ή δεν είναι "πλήρεις". Foreigners are kindly requested to click : "Translated" at the above table of contents.
Το καφενείο με τις λίρες *
Μια προσπάθεια προσέγγισης της ποίησης και του Μίλτου Σαχτούρη
Δεν είναι στις συνήθειες ούτε στις δυνατότητές μου να μετέρχομαι φιλολογικές θεωρίες και ετικέτες : πως ένας ποιητής ανήκει τάχα στην τάδε ή δείνα σχολή και ότι χρησιμοποιεί, ας πούμε, τόσα ζώα και τόσα χρώματα στους στίχους του. Είναι επειδή δεν βρίσκω ιδιαίτερα χρηστικές τέτοιου είδους τυπολογίες, πολύ περισσότερο στην προκειμένη περίπτωση.
Τον Μίλτο Σαχτούρη αξιώθηκα να τον γνωρίσω και διαισθάνομαι πως θα ήθελε τώρα, στη θέση οιασδήποτε άλλης προσέγγισης, να μεταφέρω εδώ – ως ελάχιστο μνημόσυνο, ορισμένες από τις σκέψεις και τα «πιστεύω» του.
Οι οκτώ, περίπου, στους δέκα κριτικούς λογοτεχνίας έχουν το σύμπλεγμα της δευτερογενούς, ή «παρεπόμενης» δημιουργίας. Πέρα από τις σπουδές ή τις γνώσεις τους έχουν και το σύνδρομο ότι - μη όντας οι ίδιοι δημιουργοί, είναι ταγμένοι να κρίνουν δημιουργούς ( ενώ μπορούν και πρέπει να είναι κι αυτοί δημιουργοί στο δικό τους χώρο... ). Οι περισσότεροι βάζουν κάτω τις γνώσεις τους και δουλεύουν επιστρατεύοντας ένα στερεότυπο οπλοστάσιο από «κλισέ» θεωρίες για να αποδείξουν συνήθως ότι ο τάδε λχ ποιητής ή συγγραφέας είναι πολύ εργατικός και δούλεψε αυτό το ποίημα π ο λ ύ , όπως κάνουν ας πούμε αυτοί. Μα αυτό δεν τους το αρνιέται κανείς ... Μόνο που η δουλειά από μόνη της δεν φτάνει - όσο και αν «ευλογούμε τα γένια μας» ! Πρώτιστα χρειάζεται αυτό που αποκαλούμε ταλέντο, ή έμπνευση, ή δημιουργικός οίστρος, αν όχι π ό ν ο ς ... Γιατί ... «τα ποιήματα δεν γράφονται (μόνο) με ευφυία» όπως πρόλαβε να καταθέσει ( επί λέξει ) και ο Σαχτούρης . Υπάρχει ακόμα και μια αρχαία «υποθήκη» που ad-hoc την παραθέτω. Είναι από τον «Φαίδρο», όπου επισημαίνει σχετικά ο Πλάτωνας : «Ος δ' αν άνευ μανίας Μουσών επί ποιητικάς θύρας αφίκηται, πεισθείς ως άρα εκ τέχνης ικανός ποιητής εσόμενος, ατελής αυτός τε και η ποίησις του...Υπό της των μαινομένων η του σωφρονούντος ηφανίσθη» !...
Το ζητούμενο όμως είναι άλλο. Υπάρχει - ή δεν υπάρχει, δύναμη και ομορφιά σε ένα έργο και γιατί. Και τί θέλει περίπου να μας πει...και πώς το λέει ο κάθε δημιουργός. Ώστε να βοηθηθεί ο μέσος αναγνώστης να προσεγγίσει περισσότερο ένα έργο, να νοιώσει κάποια συγκίνηση, να πάρει - κατά κάποιο τρόπο, το «μερτικό» που του αναλογεί από αυτό το φως της Τέχνης.
Εδώ πρέπει να καταθέσω πως και η δική μου άποψη είναι σχεδόν ταυτόσημη με αυτήν του Ποιητή. Δια μέσου μισού σχεδόν αιώνα αναγνώσεις και εντρυφήσεις σε κείμενα «κριτικής» λογοτεχνίας έμαθα να είμαι πολύ επιφυλακτικός και δύσπιστος με όσα γράφονται και ακούγονται στο χώρο, όπου συχνά διαπιστώνω ότι τα δεκανίκια μιας θεωρητικολογίας είναι μάλλον άχρηστα. Δυστυχώς οι εξαιρέσεις από αυτόν τον κανόνα είναι ελάχιστες.
Γι αυτό μερικές φορές «καλούμαστε» εμείς, «οι άλλοι», να υποστηρίξουμε τα αυτονόητα ! Θυμάμαι που - πριν από πολλά χρόνια, άκουσα για πρώτη φορά από τον αξέχαστο Γιώργο Σαββίδη πως «το ουδέτερο, το αφηρημένο, η Τέχνη το καθιστά οικείο και η φιλολογία νοητό...» Με την προϋπόθεση, συμπληρώνω, ότι η δεύτερη πρέπει, εκτός από το «corpus», να έχει κυρίως το «animus» για να τα καταφέρει.
Και προπαντός πρέπει να γίνει συνειδητό από πομπούς όσο και δέκτες ότι η αληθινή, η άμεση, και βιωματική ποίηση δεν έχει ιδιαίτερη ανάγκη από μεσάζοντες ή μεταπράτες. Πολύ περισσότερο όταν αυτοί ξεπερνούν τα όρια του θεμιτού και χρήσιμου και επιπλέουν απλώς σε μια θάλασσα πνιγμένων λέξεων. Γιατί τότε, στην καλύτερη περίπτωση κουράζουν ενώ στη χειρότερη αποπροσανατολίζουν τον μέσο αναγνώστη. Η αληθινή ποίηση μιλάει από μόνη της και συνήθως αγγίζει και συγκινεί τον Άλλο, που είναι μια παραλλαγή του Εγώ. Αυτή η μετάγγιση της συγκίνησης, η επιμειξία με τον Άλλο είναι η πεμπτουσία της Τέχνης. Τίποτε άλλο. Όλα τα άλλα μοιάζουν να είναι εκ περισσού ή εκ του πονηρού.
Δε θέλω λοιπόν να παραθέσω θεωρίες προσπαθώντας να εντάξω τον Σαχτούρη κάπου, και να φορμάρω έναν στατιστικό πίνακα επισημαίνοντας πως ο ποιητής χρησιμοποιεί τόσες φορές το κόκκινο χρώμα και άλλες τόσες την Σελήνη ή τα δόντια ! Τιμώντας έναν ποιητή, από τους μεγάλους που γέννησε η πατρίδα μας στη σύγχρονη ιστορία της, προτιμώ να μεταφέρω μερικά απ' τα «πιστεύω» του για την Π ο ί η σ η , αυτήν στην οποία εκείνος, και όσοι τον ακολουθούμε, ακουμπήσαμε 'πάνω Της να στηριχθούμε...
Και να μιλήσω απλά : «να μου δοθεί τούτη η...χάρη» ( κατά Σεφέρη ).
Το γράψιμο και γενικότερα η έκφραση σε οποιοδήποτε χώρο της Τέχνης, είναι φαντάζομαι, όπως ο τοκετός στις γυναίκες ... Βιώνεις στιγμές οδυνηρές αλλά και υπέροχες μαζί και, μετά τη δημιουργία, έρχεται η λύτρωση και η χαλάρωση και μια ψευδαίσθηση υπέρβασης του θανάτου...
Γράφουμε για να φωτίσουμε τη σκοτεινή την πάλη του φόβου με τον πόνο ... Υπάρχουν συγγραφείς και ποιητές που γράφουν άμεσα και βιωματικά και άλλοι που λειτουργούν μηχανικά κι επαγγελματικά. Παρεπόμενα, κάποιοι γράφουν για τον εαυτό τους κι οι περισσότεροι για τους άλλους...Μερικές φορές είναι δύσκολο να το διαγνώσουμε, όπως καμιά φορά : που το «καλό αποτέλεσμα» ανήκει και στους «μεν» και στους «δε». Όμως οι δεύτεροι νομίζω πως δεν υπηρετούνε απόλυτα την Τέχνη γιατί – πώς να το κάνουμε ;... άλλον λεκέ αφήνει ο ιδρώτας και άλλον το αίμα ... κάτι που πρώτη φορά, το 1993, «τόλμησα» να πω στην εισήγησή μου στο Γ΄Συμπόσιο Καβάφη.
Ο Σαχτούρης, για να κάνω εδώ ένα είδος «ένταξης», με το που αποφάσισε να ... εισαχθεί σ 'αυτό το ... σανατόριο του «μαγικού βουνού» παρέδωσε στο «θυρωρείο» την ταυτότητά του, σταμπαρισμένη με έναν μεγάλο λεκέ αίμα...
Γι αυτό η ποίησή του είναι, κατά κάποιο τρόπο : κόκκινη, δηλαδή ζωντανή, παλλόμενη και άμεση, με εικόνες και πράξεις δυνατές που καθηλώνουν.
Βέβαια, μια καλύτερη πρόσβαση στην ποίηση, ώστε να αισθανθεί κάποιος μεγαλύτερη συγκίνηση, προϋποθέτει εξοικείωση. Κι αυτό διαφέρει στον καθένα μας, ανάλογα με τις ευαισθησίες και τα διαβάσματά του, ή το ένστικτο. Υπάρχει ένας άτυπος-μυστικός κώδικας επικοινωνίας που πρέπει να τον «σπάσουμε»...Και αυτός μόνο πρέπει να είναι, με βάση και τα παραπάνω, ο βοηθητικός ρόλος της κριτικής - όταν και όποτε μπορεί να τον μετέλθει απλά, κατανοητά και άξια.
Μία απλή συμβουλή είναι να διαβάζουμε χαλαρά. Να μη βιαζόμαστε να βγάλουμε δικά μας συμπεράσματα του τύπου «αυτό θέλει να πει». ( Πολλές φορές κι εμείς, οι ίδιοι, «ανακαλύπτουμε» μετά από μήνες και χρόνια μια «παραπέρα» ερμηνεία ή «σημαντική» ή «προφητεία» σ' αυτά που γράψαμε κάποτε ... Να είμαστε λοιπόν χαλαροί και να αφηνόμαστε ... Πέρα από τις όποιες γνώσεις μας, ή τις εμμονές μας. Να αφηνόμαστε να μας πάει και να μας οδηγήσει το ίδιο το ποίημα, μαζί με τη φαντασία μας. Και φυσικά να κάνουμε αργότερα και σε διαφορετικούς χρόνους : μια δεύτερη και τρίτη ανάγνωση. Αν κάτι μας αρέσει δεν είναι απαραίτητο να ανταποκρίνεται στα όσα ξέρουμε. Στην αληθινή ποίηση υπάρχει πάντα ένα στοιχείο αιφνιδιασμού, ένα σημείο που θα μας καθηλώσει και θα αποκαλύψει την Αλήθεια του ποιήματος. Κι αυτό θα έρθει – αν έρθει, από μόνο του. Όταν, ας πούμε, ο Σαχτούρης απευθύνεται σ' ένα θηρίο μην πάει ο νους σας σ' έναν ρινόκερο ή κάποιο δράκο. Το αγριότερο θηρίο είναι ο άλλος μας ο εαυτός, ή η μοίρα μας...Και η πιο απελπισμένη πάλη είναι αυτή με το άδικο ή τη συμφορά. Γι αυτό ας αφεθούμε, μέσα από μια τέτοια διαπίστωση, να παρακολουθήσουμε τα δρώμενα...Τον διάλογο ή τον μονόλογο του ποιητή με το «θηρίο»...Θα σκεφθείτε ίσως : και γιατί να υπάρχει μια τέτοια παράλλαξη της πραγματικότητας ;... Οι απαντήσεις μπορεί να είναι αρκετές και θέλουν πολύ χρόνο για να αναπτυχθούν και να «συζητηθούν». Ωστόσο για όσους αμφισβητούν ή δυσφορούνε με την ύπαρξη και την χρησιμοποίηση των μεταφορών και των συμβόλων ίσως ... απαντά μια ...ερώτηση : τι νόημα ύπαρξης έχει και τί εκφράζει η ζωγραφική αφού υπάρχει η φωτογραφία ;
Η ποίηση συχνά μοιάζει να λειτουργεί σαν 'ξόρκι στην μοίρα ή στο θάνατο, στον όποιο θάνατο. Μέσα ή πάνω απ' το χώμα...
Αυτό υπήρξε το πλαίσιο μέσα στο οποίο έζησε και δημιούργησε ο Μίλτος Σαχτούρης. Κι αυτά τα δύο κατά κανόνα είναι αλληλένδετα. Η Ζωή, ο τρόπος που την αντιλαμβάνεσαι και την ζεις, και η έκφραση αυτών που σε καθορίζουν. Και - από όσο τον ήξερα, αυτά ήτανε τα γονίδια της ποίησής του.
Από τους ποιητές ορισμένοι είναι απόλυτα διακριτοί στις θέσεις και στα «πιστεύω» τους και άλλοι είναι – κατά κάποιο τρόπο «επαρκώς κρυπτόμενοι» ή οι «καταραμένοι». Άλλοι είναι λυρικοί και περιγραφικοί, άλλοι πάλι είναι «ταγμένοι» ιδεολογικά, αποκαλούμενοι και «πολιτικοί» ποιητές, κλπ ... Έτσι έχουμε πολλές κατηγορίες ή ομαδοποιήσεις δημιουργών. Ο Σαχτούρης ανήκει σε μια δύσκολη και ολιγάριθμη οικογένεια και θα μπορούσε κάποιος να υποστηρίξει πως είναι επαρκώς «κρυπτόμενος» πίσω και μέσα από τον υπερρεαλισμό του ( για να χρησιμοποιήσω κι εγώ ένα φιλολογικό όρο ! ). Μας μιλάει βέβαια δυνατά, σπαρακτικά θα έλεγα...και οι εικόνες που ξετυλίγονται μέσα από τους στίχους του είναι πολύ έντονες έως τραγικές ... Ωστόσο κρατάει «κλειστά τα χαρτιά» του. Δεν "κραυγάζει", ούτε ευτελίζει τα βαθύτερα «πιστεύω» ή το «Εγώ» του. Δεν παίρνει – άμεσα τουλάχιστο, θέση στα πράγματα και στις καταστάσεις. Αυτό το αφήνει στον «δέκτη», στον αναγνώστη. Υπάρχει ωστόσο, τολμώ να πω : μία εξαίρεση – ίσως ηθελημένη. Ένα μικρό ποίημα – ορόσημο κατά τη δική μου κρίση, όπου παίρνει για πρώτη και μοναδική φορά ανοιχτά θέση ( μέσα σε ένα έργο που αποτελείται από 14 ποιητικά βιβλία ). Και μας αποκαλύπτει, με λιτό και ανεπανάληπτο τρόπο, τη δική του άποψη για τις «αξίες» σε 'τούτη τη ζωή. Το παραθέτω...Είναι από τη συλλογή «Έκτοτε»...
Ο τίτλος του χαρακτηριστικός όσο και «αφοπλιστικός» :
Στο καφενείο με τις λίρες
Στο καφενείο
Έρχεται ο χονδρός νονός μου
με τις λίρες
Ούτε μια δεν είναι για 'σένα, λέει
Γιατί δεν έγινες ο βαφτιστικός μου
που περίμενα.
Τότε λέω κι εγώ στο γκαρσόνι πλάι μου
Φέρε μου ένα φλιτζάνι με μελάνι.
Αυτό το ποίημα έχει μάλιστα μια ιδιαίτερη σημασία για 'μένα...Ένα βράδυ, στις 30 Νοεμβρίου του 1996, με ... κράτησε στη ζωή. Αλλά αυτά δεν είναι του παρόντος. Και προφανώς δεν είμαι ο μόνος. Υπάρχουν κι άλλοι ραβδοσκόποι στην ποίηση που βρίσκουν και πίνουν από το ζωοφόρο νερό της.
Την περίπτωσή μου ωστόσο αυτή την εξομολογήθηκα με λεπτομέρειες στον Μίλτο , μια μέρα του 1999. Ήμασταν σπίτι του. Με άκουγε αμίλητος. Όταν τελείωσα και τον κοίταξα κατάματα διέκρινα από τα «παιδικά» του μάτια να αργοκυλάνε βουβά δύο χονδρά δάκρυα ... «ευχαριστώ...» ψιθύρισε.
Αυτό ίσως ήταν το μεγαλύτερο δώρο που δέχθηκα ποτέ ... Γιατί αυτό είναι το μεγαλείο της αληθινής Τέχνης, η μετάγγιση της ξένης συγκίνησης, η επιμειξία με τον Άλλο, η επιστροφή ενός ψυχικού δανείου ... «τα Σα εκ των Σων».
Δε θέλω να υποτιμήσω τις ευαισθησίες αυτών που μας διαβάζουν...Όταν έρθει η «στιγμή» τους θα δούνε καθαρά το «καφενείο με τις λίρες»... ποιος είναι «ο νονός» μας, και γιατί αυτός ο νονός είναι «χονδρός»...Και τελικά ποιες είναι οι πραγματικές αξίες στη σύντομη ζωή μας...και πώς ο Ποιητής, ο αληθινός δημιουργός, παίρνει με το σπαθί του απόλυτα κι αποστομωτικά το «φτωχό» του δίκιο.
Αυτός ήτανε ο Μίλτος ο Σαχτούρης. Κι ο τρόπος που επέλεξε να ζήσει και να φύγει από 'τούτο το «καφενείο».
Τελευταία φορά τον είδα στις 21 Μαρτίου, 'μέρα της ποίησης. Είχε σαλπάρει για το τελευταίο ταξείδι ... Ήθελε πια να φύγει. Κάποια στιγμή γύρισε και με κοίταζε αμίλητος. Φορούσε πάντα 'κείνο το σκουλαρίκι στο αυτί. Με αυτό τον θάψανε. Μετά στύλωσε απλανές το βλέμμα στο κομοδίνο πλάι του. Κοίταζε ακίνητος ένα άσπρο άλογο...Κάποια στιγμή άπλωσε το αδύναμο χέρι του, αυτό «που γύρισε τα ρολόγια ανάποδα» και έστρεψε το άλογο προς την μεριά μου...
- Πώς το λες, τον ρώτησα αμήχανος και ταραγμένος...
- Πατισάχ... ( αυτή ήταν η τελευταία λέξη που άκουσα από αυτόν )
Όσοι «κρυώνουν» και αισθάνονται 'κείνο το «ρίγος στην ψυχή» να τον διαβάζουνε ... Γιατί ο Μίλτος έγινε πια ... ένα 'πανωφόρι που κρέμεται στον Ουρανό, για κάθε πικραμένο.
_________________________________________________
* Απόσπασμα από ομιλία μου στην τιμητική εκδήλωση για τον Σαχτούρη στο Διεθνές Κέντρο Λογοτεχνών Ρόδου ( 28 Μαϊου 2005 ).
* Ο Μίλτος Σαχτούρης πέθανε ξημερώματα 29ης Μαρτίου 2005