Καλώς ήρθατε ! Ορισμένες κατηγορίες περιεχομένων δεν λειτουργούν προσωρινά, ή δεν είναι "πλήρεις". Foreigners are kindly requested to click : "Translated" at the above table of contents.
Ελευθεροτυπία , 19 Απριλίου 1990
Ο ΚΩΣΤΑΣ ΖΟΥΡΑΡΙΣ απαντά στον εισαγγελέα Κ. Λογοθέτη
Περί ηρώων, μεζέδων
και ενός ασεβούς οινοπώλου...
ΣΤΟ φύλλο σας της Παρασκευής 13 Απριλίου 1990, (σελ. 45, στήλη «Ελεύθερο Βήμα»), δημοσιεύσατε άρθρο εγκρίτου δικαστικού και ανωτάτου συνδικαλιστή του οικείου κλάδου, με τίτλο : «Οι ήρωες του 1821 έγιναν σπεσιαλιτέ».
Το άρθρο αυτό, δυστυχώς, καθάπτεται της τιμής ενός λαμπρού πνευματικού ανθρώπου και ποιητή του τόπου μας, προσβάλλει δε βάναυσα την επαγγελματική ασφάλεια ενός μοχθούντος μεροκαματιάρη, γιατί ο ποιητής και ο μεροκαματιάρης είναι το αυτό πρόσωπο. Ο δικαστικός συνδικαλιστής όφειλε, πριν σπιλώσει, να μην αγνοεί.
Ο ποιητής μεροκαματιάρης είναι «ιστοριοδίφης ταβερνιάρης» στη Θεσσαλονίκη, όπως τον αποκαλεί περιφρονητικά ο υπέροφρυς δικαστής του. Διατηρεί με την ψυχή στο στόμα, παλεύοντας για την ποιότητα, την ευγένεια και την τιμιότητα των γεύσεων, μέσα στη γενική ακηδία, ένα παραδοσιακό εστιατόριο.
Ο εθναμύντωρ δικαστικός συνδικαλιστής τον υβρίζει αναλγήτως (πχ. «τώρα που η αδιαντροπιά είναι δίπλα μας», «εκτός πια κι αν αντιδρά ο ιδιοκτήτης, προσδοκώντας κάποια αυξημένη πελατεία»), επειδή τάχα μου, ο «ταβερνιάρης» δίδει τα «άγια τοις κυσί» (σκυλιά είμαστε εμείς οι πελάτες,, κατά τον δικαστή, που μας δικάζει), ονομάζοντας τις σαλάτες του, με ονόματα ηρώων της Επανάστασης.
Επειδή ο υποδειγματικός αυτός πνευματικός εργάτης και νυχθημερόν μεροκαματιάρης, που δεν δικάζει αλλά μαρτυρεί συνέπεια, είναι εκ σπαργάνων φίλος μου.
Επειδή τρέμω όταν σκέφτομαι, ότι για εμάς τους ταπεινούς υποδίκους, (διότι στη ζωή, όλοι είμαστε εν ενεργεία υπόδικοι), η ζωή μας, η τιμή μας, τα παιδιά μας και η μαρτυρία μας, κρέμονται από τον πολύ συγκεκριμένο δείκτη νοημοσύνης, παιδείας και αναλγησίας του πολύ διακεκριμένου αυτού συνδικαλιστή-δικαστή.
Επειδή ο περίπτυστος αυτός κήνσωρ υβρίζει, ατιμάζει και λογοκρίνει ταπεινό κι απροστάτευτο ραγιά του, παραπέμποντας ποιητικά στον εγκεκριμένο Ντίνο Χριστιανόπουλο και απειλώντας χωροφυλακίστικα επέμβάση αρχής.
Επειδή με εξύβρισε διακεκριμένως, αποκαλώντας με, μαζί με τους λοιπούς πελάτες του εστιατορίου, σκύλο (μη δότε «τα άγια τοις κυσί»), Δια ταύτα, κύριε Διευθυντά ευελπιστώντας ότι θα δώσετε την αλήθεια, την ίδια θέση και τα αυτά στοιχεία που παραχωρήσατε στη σπίλωση, παρέχω στον πολύ διακρι-τό αυτόν θεμιστοπόλο, με συγκρατημένη θλίψη και ασυγκράτητη επιείκεια, παραπέμποντας εγώ σε ποιητή μεν, εθνομάρτυρα δε, τα κάτωθι ξερά θεμιτά :
Α/ Ο ποιητής-ταβερνιάρης, που αδιάντροπος και κερδοσκόπος, δεν σέβεται την Επανάσταση, προσφέροντας σε σκυλιά, δηλαδή στους πελάτες-πολίτες, μια σαλάτα-Μιαούλης, είναι αλήθεια, ότι ναι, δεν σεβάστηκε μιαν άλλη επανάσταση : τη χούντα, ερίτιμε συνδικαλιστά - δικαστά.
Διότι, ο εν λόγω ραγιάς-ποιητής, πρόεδρος πνευματικού σωματείου της Θεσσαλονίκης κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, μπαινόβγαινε στις ασφάλειες «δι' υπόθεσίν του», έπαιζε με την υγεία του, την ελευθερία του και το ψωμί των ανηλίκων τότε παιδιών του, τον καθίσανε στο σκαμνί, εξοχότατε δικαστά μου, διότι διέπραξε τότε, αυτό που έκαναν οι ήρωες της Επανάστασης : ανταρτοπόλεμο. Κι όμως, 'κείνη την εποχή, άλλοι λούφαζαν ή δίκαζαν. Ναι ή ού, κύριε δικαστά ;
«Αν καθόταν στο σπιτάκι του, και τούρκικα θα μιλούσαμε ακόμα», όπως πολύ σωστά παρατηρείς στο άρθρο σου, και χουντικούς δικαστές να μας δικάζουν θα είχαμε ακόμα, όπως σωστότερα παρατηρώ εγώ.
Ο ξεδιάντροπος λοιπόν αυτός κερδοσκόπος ποιητής, έπραξε αντάρτικη ορθοπραξίαν, διακινδυνεύοντας τα μέγιστα, όπως ακριβώς κι ο Μιαούλης της σαλάτας του, εις μικρόν και αυτός μεγάλος, τη στιγμή που εκλεκτοί συνάδελφοι του συνδικαλιστή δικαστή δίκαζαν και καταδίκαζαν Μιαούληδες.
Αιδώς, λοιπόν, κλαδικέ Αργείε.
Β/ Ο εθναμύντωρ δικαστής, ας παύσει να είναι ανελλήνιστος. Έλληνες δικάζει και καταδικάζει. Ναι ή ού ;
Πώς έχει διαλάθει την ενεργό επαγρύπνησή του ως άνω φρυκτωρού, ότι η Ελλάς βρίθει από «Καφενείον η Ελλάς» ; Ή από ταβέρνα «Η Ωραία Ρούμελη»; Ή οβελιστήριον «Τα Αξέχαστα Ταταύλα» ;
Αν αυτοί οι περιφρονημένοι από τον οιηματία δικαστή, «ταβερνιάρηδες», δεν αγαπούσαν με τη νηπτική λατρεία του μεροκαματιάρη την Ελλάδα, τον τόπο και τον τρόπο τους, θά 'βαζαν ποτέ στο «δικό τους» πράμα, στο βιός τους, ένα όνομα, που περιφρονούν ; Όταν αγαπώ κάτι, κάτι από τη σάρκα και το αίμα μου, προσπαθώ πάντοτε να το ονομάζω με κάτι που επίσης αγαπώ. Και όχι βέβαια με κάτι που σιχαίνομαι. Έτσι δεν είναι ; Τι συμβαίνει, κλαδικέ Αργείε, με τον συντελεστή νοημοσύνης μας ;
Γ/ Η εθνοπρεπής αμβλυωπία του εν λόγω συνδικαλιστή της Θέμιδος, πρέπει να εξευρωπαϊσθεί. Όπου να 'ναι θα δικάζει και Ευρωπαίους. Πρέπει, λοιπόν, κι αυτός να ετοιμαστεί, ως ευρω-ταγός, για την πρόκληση του 1992. Αγνοεί λοιπόν, ότι στη λαμπρή Γαλλία της γαστρονομίας και της Γαλλικής Επανάστασης, που τη γιόρταζαν πέρισυ οι Γάλλοι έναν ολόκληρο χρόνο, τα καφενεία, τα καφωδεία και λοιπά κατά τον ημέτερο δικαστή χαμαιτυπεία, όπου δεν συχνάζουν βεβαίως πολίτες αλλά σκύλοι, φέρουν με υπερηφάνεια ονόματα των ηρώων της δικής τους Επανάστασης ;
Αγνοεί, ότι σάλτες και λοιπές κατά τον εθνοσωτήριον ευσεβισμόν του λίγδες, κοσμούνται με λαμπρά ονόματα λαμπρών Γάλλων, που τίμησαν τη Γαλλία; Όταν τιμάς τον μόχθο σου προς τον πελάτη που σέβεσαι, με ένα όνομα το οποίο ευλαβείσαι, ασεβείς ;
Κύριε κλαδικέ δικαστά, τι θα γίνει μ' εκείνον το συντελεστή ευφυΐας, που λέγαμε ;
Δ/ Ο εθνεγέρτης δικαστής ας παύσει να είναι αθεολόγητος. Έλληνες ορθοδόξους δικάζει και καταδικάζει.
Αναρωτιέται μετά βδελυγμίας: «Ή μήπως το σώμα και το αίμα των ηρώων της φυλής μας ταιριάζει με το κρέας και τις σάλτσες της ταβέρνας» ;
Η απάντηση, ορθοδόξως θεολογούμενη, είναι εντελώς ναι.
«Ου παύσομαι σέβων τη ύλη, ότι εκ της ύλης ο Δημιουργός», μας υπενθυμίζει ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός. Στην Ορθόδοξη παράδοση, η ύλη δεν είναι βρώμικη, αλλά ιερή. Ιερή κι η σάλτσα, ιερουργείται και το όνομα της σάλτσας.
Ορθοδόξως, λοιπόν, κύριε δικαστά, το σώμα και το αίμα των ηρώων ταιριάζει με το κρέας και τις σάλτσες. Και να αποκηρύξεις ως τάχιστα, την αθεολόγητον ακηδίαν σου. Δεν πρόσεξες ότι Σώμα και Αίμα Χριστού προσλαμβάνουμε όταν καταπίνουμε ψωμί με κρασί από το δισκοπότηρο ; Ορθοδόξως, τον όλως Ερώντα καταβροχθίζουμε και ονοματίζουμε τότε το ψωμί και το κρασί, Σώμα και Αίμα. Τη σαλάτα Μπουμπουλίνα λοιπόν θα φοβηθούμε, αφού την αγαπούμε ; Αγαπούμε δηλαδή τη σαλάτα, αγαπούμε και τη Μπουμπουλίνα, άρα τις ενώνουμε εν μεθέξει ερωτικής χωνεύσεως. Η αγάπη, επώνυμος σαλάτα εστί, έστιν ότε και ηρωική.
«Λάβετε φάγετε, τούτο εστί το Σώμα μου», ικετεύει και ονομάζει ο όλως Δούλος των δούλων αυτού. «Πίετε εξ αυτού πάντες, τούτο εστί το Αίμα μου», ξαναλέει και πάλι ονομάζει την απερινοήτω Υπερουσιότητά του με «χυδαίο» όνομα, που λέγεται κρασί.
Δεν ξέρω αν το έχει αντιληφθεί ο ορθοδόξως δικάζων και καταδικάζων δικαστής μας : στην Ορθοδοξία, εν αντιθέσει προς τις δυτικές αιρέσεις, ο Χριστός είναι πάντοτε κρασάτος, όπως μια χύδην χοιρινή μπριζόλα.
Όταν λοιπόν ορθοδόξως επιβάλλεται η Θεοφαγία, γιατί εθνικοφρόνως στηλιτεύεται η ηρωοβορία ;
Είναι καιρός να ανανήψει εν νήψει και ορθοδοξία ο συνδικαλιστής δικαστής.
Ε/ Ο εν λόγω όμως λογοκριτής, που απειλεί επέμβαση αρχής, ας ασκήσει πλατωνική «οικειοπραγίαν» και ας ξεχάσει την σκολιάν του «αλλοτριοπραγμοσύνην». Όπως όμως αυτός υποκύπτει στην επαγγελματική του ροπή, νοσταλγώντας διώξεις, έτσι και εγώ υποκύπτω στη δασκαλίστική μου διαστροφή : του εντέλλομαι τα κάτωθι ως φροντιστηριακή άσκηση, για την επόμενη δημοσία...διακινδύνευσή του, λέγοντάς του, ότι την άλλη φορά πρέπει να έλθει διαβασμένος, διότι αυτός μεν μπορεί το πολύ - πολύ να με καταδικάσει και να με μπουζουριάσει, εγώ όμως θα τον κόψω.
Μικρόν άλφα λοιπόν : Να διαβάσει τα προσφάτως και επί τετράμηνον δημοσιευθέντα στην «Καθημερινή» δοκίμια περί του πολιτισμού των γεύσεων εις την καθ' ημάς Ανατολήν, όπου θα αντιληφθεί την αλληλοπεριχώρηση μεταξύ ιδιοπροσωπίας, γαστρονομίας και ονοματοθεσίας. Ο υπογράφων δε ως «Δειπνοσοφιστής» τα δοκίμια, τυγχάνει, εξ όσων αμυδρώς γνωρίζω, εκλεκτός του συνομόλογος τη Θέμιδι.
Μικρόν βήτα : Να διαβάσει τον διάσημο συνάδελφό του δικαστή Μπριγιά - Σαβαρέν, ο οποίος θεωρείται ο Νέστωρ της γαστρονομίας, και να πάψει να μας ταλανίζει με τις εθνοσωτήριες δοκησισοφίες του.
Μικρόν γάμμα. Ο Λορέντζος Μαβίλης κι όχι βέβαια ο Ντίνος Χριστιανό-πουλος, μας έχει ες αεί διδάξει, ότι «δεν υπάρχουν χυδαίες λέξεις, αλλά χυδαίοι άνθρωποι». Αυτό πρέπει να το μάθεις απ' έξω, κύριε δικαστά μου, πριν δίκην δικάσης. Δύσκολο, βέβαια, διότι άλλο δικαστής εθναμύντωρ κι άλλο ποιητής εθνομάρτυς.
ΑΛΛΑ , παρ' όλο που «στην Ελλάδα ζεις, δεν υπάρχει ελπίς», εγώ ευελπιστώ ότι συναμφότεροι, εσύ δικαστής κι εγώ απολογούμενος για τα κεράτια εξ ων ήσθιον οι χοίροι, δεν θα μείνουμε, όπως μας ξαναλέει ο Λορέντζος Μαβίλης «μακριά από τ' ανθισμένα περιβόλια, και αφώτιστοι απ' της τέχνης την αχτίδα».
Στο μεταξύ, εγώ, ες αεί υπόδικος, βάζω μετάνοια στον εθναμύντορα δικαστή, ανακράζοντας με τον εθνομάρτυρα ποιητή :
«Η Παναγιά, πιτσούνι μου, κοντά σου ! » ( Λορέντζος Μαβίλης : Ομορφιά ).
Διάπυρος προς Θεόν ευχέτης, ο εκ ...των σκύλων,
Κώστας Ζουράρις