Καλώς ήρθατε ! Ορισμένες κατηγορίες περιεχομένων δεν λειτουργούν προσωρινά, ή δεν είναι "πλήρεις". Foreigners are kindly requested to click : "Translated" at the above table of contents.

Για τον Καβάφη , 1993

Η «απιστία» του Καβάφη  *

Μία προσπάθεια προσέγγισης δημιουργού και έργου

 

 

Προτού αποφασίσω, τελικά, αυτή μου την ομιλία για τον Καβάφη, άκουσα πάλι δυνατά μέσα μου τη φράση του Albert Camus : ce qui m' a toujours arrêté c' est ma vanité personnelle, που με σημάδεψε για τα καλά από το 1964.... Και η αίσθηση αυτής της ανάσχεσης, του «μάταιου» και της προσωπικής μου «αδυναμίας», δε λειτουργεί μόνον ως προς το πρόσωπο και το έργο του Καβάφη και προς όσους – και είναι πολλοί – κατέθεσαν επί χρόνια ο καθένας την άποψή του, αλλά κυρίως στο κατά πόσο εγώ, ο πιο «φριχτός», καταπώς είπε ο Δ. Σαββόπουλος όταν «κουρεύτηκε», θα μπορούσα να φωτίσω κάποιες πτυχές και «αδυναμίες» και του μεν και των δε....
Θυμάμαι, και πρέπει να ήτανε μάλλον το 1968, στο δεύτερο χρόνο της τελευταίας δικτατορίας στην Ελλάδα, που ένα βράδι στη Θεσσαλονίκη, στο σπίτι του φίλου Γιώργου Σαββίδη, ετόλμησα δειλά και διακριτικά να του εκφράσω κάποιες επιφυλάξεις μου γύρω από την ποιητική στόφα του Καβάφη. Κάτι δεν μου πήγαινε καλά... ξέρουμε ή έχουμε ακούσει όλοι λίγο – πολύ την έκφραση: αυτός είναι ένας Μεγάλος μέσα από μικρούς ποιητές ή, κάποιος άλλος, είναι μικρός από τους Μεγάλους, υπαινισσόμενος την απόκλισή μου στην πρώτη εκδοχή, παρ' όλο που, κατά κάποιο τρόπο, είναι το ίδιο.... Συγκρατώ ακόμα το χαριτωμένα επιτιμητικό του βλέμμα και μια «ατάκα» τύπου : behave yourself, προτού ξανασυγκεντρωθεί στην προετοιμασία του έξοχου dry Martini, που θα συνόδευε το ολόφρεσκα ξανθό αυγοτάραχό μας...
Πάνω από όλα όμως μετράει ο Χρόνος, αυτός ο Μεγάλος κυρίαρχος : εγώ γεννήθηκα επτά χρόνια μετά το θάνατο του Καβάφη και από κείνη τη βραδιά στων Σαββίδη πέρασαν και να μετρώ και να 'ναι... είκοσι πέντε χρόνια. Πρέπει λοιπόν, τώρα, να ξεκαθαρίσω την οπτική μου γωνιά μαζί με τις προθέσεις
μου : Είμαι ο ίδιος ποιητής και ιδιαίτερα ολιγογράφος. Ο βιοπορισμός μου, μαζί ίσως με μια υπολανθάνουσα τεμπελιά και μια καταλυτική αίσθηση ματαιότητας, δεν μου επιτρέπουν, δυστυχώς ή ευτυχώς, περισσότερη ενασχόληση στο χώρο αυτό, παρ' όλο που μου λείπει το οξυγόνο.
Συμβαίνει απλούστατα το εξής : όταν βράσει καλά-καλά ο τέντζερής μου και οι ατμοί έχουν πυκνώσει, παντοδύναμοι, πετιέται το καπάκι και τότε παίρνω λίγες βαθιές αναπνοές : προσπαθώ να πω στον εαυτό μου και σε όσους τύχει να με ακούσουν τι είδα και τι ένιωσα μες στους ατμούς. Έτσι....άμεσα και βιαστικά και γρήγορα, προτού με ξανακαπακώσουν....
Δεν είμαι φιλόλογος ούτε κριτικός και τη λογοτεχνία που γράφω, συνήθισα να τη δέχομαι σαν κάτι που γίνεται «κατά παραχώρηση» σε στιγμές οδυνηρές και υπέροχες μαζί. Δεν μπορώ και δε θέλω να διορθώσω ή να «φτιάξω» κείμενά μου διαχρονικά, γιατί έχω την απόλυτη αίσθηση πως δεν επανέρχονται οι ίδιοι ακριβώς κραδασμοί, ούτε εμείς είμαστε ίδιοι μες στο χρόνο. Όποιες επεμβάσεις γίνονται από κάποιους θυμίζουν χειρουργείο : ο δημιουργός φοράει μάσκα και γάντια, έχει αποκτήσει κάποιο βοηθό και το μολύβι γίνεται νυστέρι, αποστειρωμένο, όλα δε αυτά ανεξάρτητα από την έκβαση της εγχείρησης. Το νεογνό μπορεί να είναι ροδαλό και να επιζήσει. Του έγινε αφαιμαξομετάγγιση. Η επιστήμη και τα επιδέξια χέρια κάνουν θαύματα. Όμως η όλη υπόθεση αποπνέει χλωροφόρμιο. Και μερικοί, βέβαια, το μυρίζονται....
Από την άλλη μεριά όμως σκέπτομαι ποιο το καλό, ποιο το κακό και τι το ανάμεσό τους; Γιατί κάποιοι από μας, που γράφουμε άμεσα και δεν ξαναδουλεύουμε – τουλάχιστο σχολαστικά και επί χρόνια, τα κείμενά μας, να είμαστε τάχα καλύτεροι ή χειρότεροι από όλους εκείνους που είναι πιο ψύχραιμοι και πιο μεθοδικοί κι έχουν μουσκέψει το χαρτί με τον ιδρώτα τους.... Αλήθεια, τι λεκέ αφήνει ο ιδρώτας και τι το αίμα;
Τα τελευταία χρόνια έχω σχεδόν εξοικειωθεί με την άποψη πως η Τέχνη ανήκει στους λίγους και τους εκλεκτούς, με την σχεδόν θρησκευτική ορολογία των «κλητών» ή, ακριβέστερα ακόμα, αυτών που έχουν την κλίση και την κλήση. Το ομολογώ εδώ : είμαι υπέρ ενός καλλιτεχνικού Καιάδα, που μέσα του πρέπει να πετιούνται αποφασιστικά ανάπηροι πομποί και δέκτες, μαζί και οι ανάπηροι «μεσάζοντες» ή « μεταπράτες», ώσπου να έρθουν κάποτε καλύτερες μέρες για τον «ευλογημένο» αυτόν τόπο... Είναι γιατί αγριεύτηκα πια και θέλω να πιστεύω πως δεν είμαι ο μόνος, που τον τρομάζουν τα καλλιτεχνικά Datsun συγγραφέων μιας νοοτροπίας marketing, που είναι φορτωμένα από βιβλία που «βαραίνουν», αλλά δε λένε τίποτε ή επαναλαμβάνουν χιλιοειπωμένα πράγματα. Μου προξενούν ναυτία και λύπη όλοι αυτοί, που «πειθόμενοι στο ρήμα» πως, στην Ελλάδα τουλάχιστο, είσαι ό,τι δηλώσεις, εννοούν να είναι πολυγραφότατοι και να το επιβάλλον με κάθε τρόπο. Κάπου εδώ, βέβαια, μπαίνει και το μέγα θέμα του αποτελέσματος ή της «χρηστικότητας», αν λειτουργεί αυτός ο άθλιος όρος στο χώρο της Τέχνης, μέσα σ' αυτήν την αλλοπρόσαλλη σχέση προσφοράς και ζήτησης. Αν κάποτε, εκτός απ' τις σφυγμομετρήσεις ή τα gallops της πολιτικής, από την οποία δεν είδαμε χαΐρι, επιχειρούνταν κάτι αντίστοιχο στο χώρο της λογοτεχνίας και γενικότερα της Τέχνης, θα είχαμε μια κωμικοτραγική επιβεβαίωση των παραπάνω, όπου αρκετοί θα κατονόμαζαν μεν σαν ποιητή τον Καβάφη των τειχών, των κεριών και των Θερμοπυλών, είναι πολύ πιθανό να «έβγαινε» ο Σεφέρης τραγουδοποιός με το σουξέ Πήραμε τη ζωή μας λάθος – κι ίσως γι' αυτό τώρα πίνουμε για να ξεχάσουμε τόσα πεθαμένα λικέρ κ.λ.π. ηδύποτα. Φοβάμαι ιδιαίτερα, πως σε παιχνίδια ερωτήσεων τύπου who is who μπροστά στα αφρισμένα μικρόφωνα των – όπως λέγονται, μέσων μαζικής ενημέρωσης, θα αναγνώριζαν, με κάποια βοήθεια ίσως, τον Γιώργο Χειμωνά σα.....ζωγράφο, που εχθρεύεται όμως θανάσιμα τους ποιητές, και τον Μίλτο Σαχτούρη αριστερό εξτρέμ στην Παναχαϊκή. Χρησιμοποιώ τα παραδείγματα καλοπροαίρετα. Δεν κάνω αξιολογήσεις ούτε απορρίψεις, ούτε υπαινίσσομαι τίποτε άλλο εκτός από την αρχική μου αγωνία και «αιχμή» : μήπως την ανώνυμη και ανυποψίαστη αυτή «φιλότεχνη» μάζα, που συνωθείται στα vernissages, στις διαλέξεις και στις συναυλίες, θα 'πρεπε να της μάθουμε πρώτα να μιλάει σωστά τα βλάχικα και μετά να προχωρήσουμε στα οξφορδιανά και στον Mahler; Και ακόμα παραπέρα : μήπως όλους αυτούς τους «πιστούς», που εκκλησιάζονται – δίνουν μάλιστα κάτω από τον κυριακάτικο ήλιο και ελεημοσύνες πρέπει να τους επιστρατεύσουμε ζητιάνους σε 24μηνη θητεία και μετά να τους δείξουμε το Θάνατο στη Βενετία και κάπως αργότερα – γιατί όχι, μια και τον «ψάχνουνε» - τον ίδιο το Θεό, όπως τον είδε ο Sebastian στα Encatadas, the Galapagos islands .... ξαφνικά κάποιο καλοκαίρι.
Κάτι ακόμα, επί αυτού του χώρου και χρόνου, ίσως το ουσιαστικότερο, που αφορά αυτούς που, με επίσημη ιδιότητα και ειδικότητα, βοηθούν αυτό το κοινό να πάρει το μερτικό του από την Τέχνη : ας παρακάμψουν κάποτε τα βοηθήματα τύπου «αυτό είναι γραμμένο με κόκκινο μελάνι στο περιθώριο, ενώ το άλλο στο τάδε τετράδιο με μαύρο μολύβι» και πόσα από τα χρώματα της ίριδος και με ποια αναλογία έχουνε χρησιμοποιηθεί τόσα ζώα, πτηνά ή ερπετά από κάποιον άλλον....
Νομίζω ότι μπορούν και πρέπει να προχωρήσουν και λίγο παραπέρα.... Υπήρξα, μια ζωή, αυθόρμητος, με όλα τα καλά και - τα περισσότερα – κακά αυτού του ιδιώματος. Ωστόσο, αν μερικοί θελήσουν να παρερμηνεύσουν και διαγνώσουν κάποιο σύμπλεγμα ή «μίσος», τους απαντώ, από τώρα, με τον Θουκυδίδη. Στο διάλογο των Αθηναίων με τους Μηλίους : Μίσος δ' εστίν δυνάμεως παράδειγμα, η δε φιλία ασθενείας δηλούμενον.... Και από όσο ξέρω – μέχρι στιγμής, δεν έχω άλλη ασθένεια, εκτός από ένα διπλό έλκος, που το απέκτησα απ' τον «καζμά» και όχι από την «μπαγκέτα».
Έκρινα σκόπιμο να προτάξω όλα αυτά, που, αν μη τι άλλο, ξεκαθάρισαν τη δική μου τοποθέτηση για το χώρο που θέλουμε να συζητήσουμε και να φωτίσουμε, ο καθένας με τον τρόπο του. Εγώ – έγινε ήδη προφανές, αρνούμαι να αποσιωπώ μερικές αλήθειες ή γεγονότα. Παραφράζοντας εδώ τον Γκάτσο : θέλω να φιλήσω τα χέρια τα' ακριβά – του Αλεξανδρινού – μα να μη βγούμε βουβοί από τη σάλα, προτού πούμε και μια κουβέντα για το φονικό....
Ο Καβάφης λοιπόν. Χρησιμοποίησε, και όχι μόνο σα βοηθητικά εργαλεία στην έκφρασή του, την «πρώτη ύλη» πολλών δημιουργών, από αρχαίους μέχρι σύγχρονούς του. Έλληνες και ξένους. Δε θέλω να σας κουράσω με αναφορά σε επιλεγμένες μαρτυρίες και πονήματα, που πρόσφατα ξαναδιάβασα, με την αφορμή του φετινού «μνημόσυνου». Αυτό, υπό ορισμένες προϋποθέσεις που ενυπάρχουν στον Καβάφη, δεν είναι αθέμιτο. Ο Proust, αν δεν κάνω λάθος, είπε πως κάθε τι ανήκει σ' αυτόν που το κάνει καλύτερα και όλοι, άλλοι λιγότερο και άλλοι περισσότερο, μοιάζει να αποδεχόμαστε τον «αφορισμό» πως δεν υπάρχει παρθενογένεση στην Τέχνη. Για να κλείσω, προς το παρόν, το άνοιγμα μιας ψαλίδας αμφισβητήσεων, παραθέτω από τον Τίμο Μαλάνο, επί λέξει : « τις περισσότερες φορές η ποίησή του μοιάζει με ποίηση που έγραψε ένας ιστορικός μάλλον, παρά με ιστορία που γράφει ένας ποιητής»....
Ωστόσο η ιδιαίτερη αισθαντικότητά του, μαζί με τον πλούτο των γνώσεων και η επίμονη τεχνική του, που πολλές φορές δούλευε ένα ποίημα επί χρόνια, όχι μόνο τον γλύτωσαν από το να «αποβάλει», στη χειρότερη περίπτωση, μια μεταφραστική αποτυχία, αλλά να «ξεγεννήσει» εκπληκτικά διασκευαστικά επιτεύγματα, για να μεταχειρισθώ και εγώ μια κάπως μαιευτική ορολογία. Σε τέτοιες περιπτώσεις, φαίνεται, αυτό που μετράει είναι το αποτέλεσμα. Ο Καβάφης βρήκε ένα τρόπο να μιλήσει και να μιλήσει παγκόσμια. Δεν τραύλισε γιατί πατούσε, καλώς ή κακώς, σε στέρεα δοκιμασμένο έδαφος και τελικά, και παρεπόμενα, εμίλησε απλά. Του δόθηκε, κατά Σεφέρη, ετούτη η χάρη. Ad hoc ο Σεφέρης είπε και κάτι άλλο, για την εκφραστική μορφή, κάτι που η θεματολογία και η τακτική του τεχνίτη Καβάφη, κατά τη γνώμη μου, δεν του επέτρεψαν να μετέλθει. Κι όμως.... εδώ, δηλαδή στην εμπνευσμένη και φορτισμένη παράθεση των συμβόλων και στην αλληλουχία τους, ενυπάρχει κυρίως το υπέροχο μεγαλείο της Τέχνης, που στην ουσία είναι η επιμιξία με τον Άλλο. Γιατί του δίνεις την πιθανότητα και, υπό ορισμένες προϋποθέσεις τη δυνατότητα, να ανακαλύψει το Εγώ. Να ανασύρει πίσω από τα σύμβολα και τη χρησιμοποίησή τους, αυτήν τη «φρίκη» και την έκσταση. Και τότε, νομίζω, η συγκίνηση από την μέθεξη είναι άλλης ποιότητας και ο κραδασμός γίνεται θεμελιακός : ο αναγνώστης-δέκτης δεν εδιάβασε απλώς μια είδηση. Είδε το ίδιο το γεγονός να διαδραματίζεται, να κορυφώνεται, να παίρνει στιγμή με στιγμή τις όποιες προεκτάσεις και τις σημασίες του. Ενυπάρχει η αρχέγονη χαρά της ανακάλυψης – δε θέλω να πω της αποκρυπτογράφησης. Εδώ πομπός και δέκτης ταυτίζονται. Έχουμε, κατά κάποιο τρόπο, μια μορφή πνευματικού οργασμού, που κορυφώνεται παράλληλα, καθώς ο δεύτερος αισθάνεται τον παλμό και αφουγκράζεται το τραύλισμα του πρώτου, το αποδέχεται σαν κάτι φυσικό, γιατί είναι κοινή η «αγωνία να έλθει η κορύφωση, οπότε θα αρθρώσουν την Αλήθεια.
Σίγουρα η διαδρομή μιας τέτοιας εκφραστικής μορφής είναι η δυσκολότερη. Είναι αυτή που προϋποθέτει το ταλέντο. Και συνηθέστατα, καλή ή κακή, βγαίνει – όταν βγαίνει, εφ' άπαξ. Εδώ δε χρειάζεται πια περαιτέρω «δούλεμα» και για να χρησιμοποιήσω μια άλλη φιλολογική ορολογία, επιδέχεται ίσως μόνο κάποιο «χτένισμα». Γι ' αυτό «φλερτάρω» με μια πιο κυριολεκτική ή ετεροχρονισμένη έστω, χρησιμοποίηση των λέξεων «τραυλίζω» και «αρθρώνω» μες στο καμίνι της Δημιουργίας. Θέλω να πιστεύω πως ο καλλιτέχνης «τραυλίζει», ενώ ο τεχνίτης «αρθρώνει». Ας πω λοιπόν τώρα τα πράματα με το όνομά τους : το θέμα από την μια μεριά και η εκφραστική μου μορφή-εκφορά από την άλλη, είναι σαν τα συγκοινωνούντα δοχεία. Όσο πιο φτωχό είναι το ταλέντο, η έμπνευση, η σύλληψη, τόσο περισσότερη δουλειά απαιτείται για να επιτευχθεί, ΑΝ επιτευχθεί, το ίδιο ή υποκατάστατο αποτέλεσμα κι αυτό εφ' όσον απευθύνεται σε έναν μέσο ή αδρανή δέκτη, που βλέπει μόνο τη βιτρίνα και όχι το stock του μαγαζιού....
Ο Καβάφης, κατά τη γνώμη μου, είναι μια μοναδική περίπτωση, τουλάχιστο για όση από την ελληνική λογοτεχνία γνωρίζω. Πρέπει να ήταν και, από όσα διάβασα μου το επιβεβαίωσαν, πολύ έξυπνος. Ξέροντας λοιπόν, πρώτα και πάνω από όλα, τον εαυτό του και τις αδυναμίες του, ε δ ο ύ λ ε ψ ε π ο λ ύ. Και πέτυχε το Θαύμα : με πολύ φτωχές – δικές του, αποσκευές, που εκφράστηκαν σε λιγοστά και, με ελάχιστες εξαιρέσεις, στα πιο αδύναμα μέλη του όλου ποιητικού του σώματος, έφτιαξε αριστουργηματικά κολάζ και μωσαϊκά και κατόρθωσε να πείσει όχι μόνο τον μέσο ή αδρανή δέκτη, αλλά και τους επαΐοντας. Κάτι ακόμα περισσότερο : μας συγκίνησε..... Σ' αυτό το επίτευγμα πιστεύω πως ο καλλιτέχνης Καβάφης υποκατέστησε όσο ταλέντο ή πρωτογενή έμπνευση του έλειπε, από τον άλλο Καβάφη : τον άνθρωπο. Από την ιδιόμορφη προσωπικότητά του, μερικές πτυχές της θεωρώ και χρήσιμο και τίμιο να παραθέσω, γιατί πιστεύω πως δένουν και δικαιώνουν τα όσα, με τον τρόπο μου, ανέφερα μέχρις εδώ, αλλά και το έργο του.
Ένα στοιχείο που μπορούμε να το λογαριάσουμε και σαν επεξηγηματικό της περίπτωσής του, και προσωπικά με συναρπάζει, είναι η επιλογή του, κατά κάποιο τρόπο, ή καλύτερα η ιδιοσυγκρασιακή απόκλισή του να μιλάει για νικημένους. Συνειδητά ή τυχαία, το έργο του, όπως σημειώνει και ο Γιάγκος Ανδρεάδης, είναι ένα πάνθεον αντιηρώων, που άλλοι έχουν ήδη ηττηθεί προτού μπούνε στη μάχη, ή όσοι μάχονται οδηγούνται με βεβαιότητα στην ήττα.... Και ο Ελληνισμός μας είναι γεμάτος και σημαδεμένος από τέτοιες μάχες, ήττες, αλλά και φοίνικες. Συνεχίζω μ' ένα δεύτερο ιδίωμά του. Χρησιμοποιεί συχνά και, όπου αυτό δεν είναι άμεσα ορατό, υπολανθάνει το στοιχείο της αρχέγονης «ύβρεως» και «κάθαρσης». Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι και το ποίημα Απιστία, που του έχω κάποια αδυναμία, παρ' όλα τα δανεικά του στολίδια. Εδώ μπορούμε να κάνουμε, σε σχέση με όσα αναφέρθηκαν, μια πρακτική εφαρμογή με μια σαφή διάγνωση. Ξεκινώντας από τον Πλάτωνα, που δε δέχεται την άποψη του Ομήρου ότι ο Θεός Απόλλων αθέτησε το λόγο του προς τη Θέτιδα και έκοψε απότομα και σύντομα το νήμα της ζωής του Αχιλλέα, ο Καβάφης επιλέγει, στηρίζει και σερβίρει το «τραγικό στοιχείο», που είναι και η έκπληξη στο σώμα του ποιήματος.
Ο Καβάφης, τελικά, παρετυμολογώντας, αν αυτή είναι η σωστή λέξη, τον τίτλο του ποιήματος, είναι κατά κάποιο τρόπο ο ίδιος «άπιστος». Ο βιοπορισμός του, η ερωτική του ιδιαιτερότητα – σε σχέση μάλιστα με τον τότε κοινωνικό περίγυρο, ο εστετισμός του και η περίεργη σχέση του με τον Χριστιανισμό, τον «αποκλείσανε». Γι' αυτό έφευγε.... Με τον τρόπο του. Αυτός, ο υπολογιστής, γινότανε ονειρικός. Δραπέτευσε για να απελευθερωθεί. Όσο και όποτε το κατόρθωνε. Και βέβαια τις περισσότερες φορές στο παρελθόν, στην ιστορία. να μια εξήγηση του «τρικ» των δάνειων εμπνεύσεων του. Ζούσε ή αισθανόνταν έναν διαρκή αντικατοπτρισμό. Το επαναλαμβάνω με άλλα λόγια, γιατί αυτό τον δικαιώνει στα επί μέρους του έργου του : δουλεύει κατά κανόνα με συνεχείς αναφορές, διασυνδέσεις ή παραθέσεις μιας άλλης εποχής. Τη διαρκή πίεση που αισθανόταν την ξεπερνούσε με αυτή την τεχνική, που την διέθετε και με το παραπάνω, όπως ο σκαντζόχοιρος έβγαλε αγκάθια για να αμυνθεί από κάθε είδους επίθεση ή βαρβαρισμό....

Άφησα τελευταίο, γιατί έχω ένα πάθος με την κυριολεξία, το Θάνατο.... Πιστεύω πως ο Καβάφης, πέρα από όλα, σα γνήσιος εστέτ, φοβότανε το Θάνατο. Όσο κι αν ήταν έτοιμος από καιρό. Αυτό μάλιστα είναι που το αποδεικνύει περισσότερο. Σ' αυτήν την τελευταία προσμονή, άλλοι βουλιάζουνε στην πολυθρόνα τους και μετρούν τους κτύπους του εκκρεμούς, έχοντας στηλωμένα τα μάτια στην κλεψύδρα τους και άλλοι λούζονται και χτενίζονται τραγουδώντας. Φαίνεται πως ο Καβάφης, ακόμα κι αν δεν στάθηκε, προς το τέλος, και τόσο θαρραλέος, διατηρούσε μια πειθαρχία εσωτερική και στην πορεία προς το Θάνατο. Σα να είχε από καιρό δεχθεί τη στωικά ειρωνική κατάθεση του «μακρινού» συνάδελφου του Thomas Eliot πως Our only health is the desease if we obey the dying nurse ..... Αυτή η ετοιμοθάνατη νοσοκόμα όλων μας, μπορεί για τον Καβάφη να ήτανε η Αλεξάνδρειά του, και όχι η πραγματική που τον λυπούσε πια η μορφή της, αλλά αυτή που κράταγε μέσα του, η ουτοπική του Αλεξάνδρεια, το μεγάλο σταυροδρόμι, που συναντιόταν διαχρονικά ο Ελληνισμός, με τις μικρότητες και τις μεγαλουργίες του.

Μέσα από τα «απόκρυφά» του ποιήματα, εκεί που είναι κάπως παραμερισμένος ή παραμελημένος ο επιτηδευμένος και καλλωπισμένος λόγος του, κάπου «τραυλίζει» υπέροχα, επιβεβαιώνοντας πίσω από τις μάσκες το εντελώς προσωπικό του στίγμα του καλλιτέχνη, με την άμεση εκφορά. Και λέει για το θέατρο, το δικό του και της ζωής.

Βαρέθηκα να βλέπω τη σκηνή
και σήκωσα τα μάτια μου στα θεωρεία.....


πετώντας στο ουρανό της μουσικής του, εκεί απ' όπου, ίσως, μας βλέπει και ακούει απόψε.

-------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------- 
* απομαγνητοφώνηση εισήγησης στο Γ' Συμπόσιο Καβάφη,  Αλεξάνδρεια ,  13 Νοεμβρίου '93

Γονική Κατηγορία: Περιεχομενα
Κατηγορία: Ομιλιες